– Blast from the past-
Πάμε ένα καλοκαίρι πριν χρόνια στο Βόλο, στο πατρικό της πεθεράς μου. Κάτσαμε καμιά 15ριά μέρες, φύγαμε όλοι μαζί για Αθήνα μετά, εγώ ο άντρας μου κ το παιδί (μωρό τότε) στο ένα αμάξι κ τα πεθερικά μου έφυγαν με το δικό τους αυτοκίνητο. Δίνω έμφαση στο ότι φύγαμε την ίδια μέρα, περίπου την ίδια ώρα από Βόλο, αλλά όχι ταυτόχρονα, γιατί κάπου εκεί έγινε η μλκία…
Βάζουμε τα πράγματα στα αυτοκίνητα και κάποιος λέει “το γενικό του ρεύματος να κλείσουμε” (θα ξαναπηγαίναμε Βόλο τα Χριστούγεννα) και κάποιος άλλος λέει “το ψυγείο μόνο να τσεκάρουμε, μην έχει μείνει τίποτα μέσα”.
Μμμμμ…
Κάποιος πράγματι κατέβασε τον γενικό της ΔΕΗ στο σπίτι. Και αυτός που τον κατέβασε, υπέθεσε πως κάποιος ΑΛΛΟΣ θα τσεκάρει μην τυχόν έχουν μείνει τίποτα κρέατα μέσα στο ψυγείο… Όλοι οι υπόλοιποι, θεώρησαν πως ο ίδιος που κατέβασε τον γενικό, θα τσεκάρει κ το ψυγείο.
Μμμμμμ…
Φεύγουμε.
Κάπου εδώ τώρα, εσείς έχετε αρχίσει να τραβάτε τα μαλλιά σας, το ΖΕΙΤΕ, ΕΧΕΤΕ ΝΙΩΣΕΙ ΣΤΟ ΠΕΤΣΙ ΣΑΣ ΤΗ ΦΡΙΚΗ, ΔΕΝ ΘΕΛΕΤΕ ΚΑΝ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ, ΦΩΝΑΖΕΤΕ ‘ΦΥΣΤΙΚΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ ΜΗ ΦΥΓΕΤΕΕΕΕΕΕΕ, ΓΥΡΙΣΤΕ ΠΙΣΩΩΩΩΩΩ, ΤΑ ΚΡΕΑΤΑ ΣΤΟ ΨΥΓΕΙΟΟΟΟΟ ΡΕΕΕΕΕΕΕΕ’.
Φύγαμε.
4μιση μήνες μετά, παραμονή Χριστουγέννων, φτάσαμε κ πάλι Βόλο. Πάλι 2 αμάξια, πάλι σχεδόν ταυτόχρονα. Εμείς πρώτοι, μέχρι να κατεβάσουμε τα πράγματα από το αυτοκίνητο, να βγάλουμε κ καρότσια κ παρκοκρέβατα κ σέα κ μέα, να’σου κ τα πεθερικά μου, άντε λέμε, να μπούμε μαζί στο σπίτι.
Ανοίγουμε την κάτω πόρτα της αυλής… πλησιάζοντας την κεντρική πόρτα του σπιτιού, έχουμε ήδη χλωμιάσει. Ο εγκέφαλος μας προσπαθεί να επεξεργαστεί την πληροφορία που λαμβάνει από την όσφρηση, αλλά αρνούμαστε να δεχτούμε την πιθανότητα. Προτιμάμε να σκεφτούμε πως κάποιος πέθανε μέσα στο σπίτι. “ΘΑ ΜΠΗΚΕ ΚΛΕΦΤΗΣ ΚΑΙ ΔΕ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΒΓΕΙ ΚΑΙ ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ!!” – “ΝΑΙ ΝΑΙ, ΑΥΤΟ ΘΑ ΕΓΙΝΕ ΣΙΓΟΥΡΑ, ΠΙΟ ΠΙΘΑΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΞΕΧΑΣΑΜΕ ΚΡΕΑΤΑ ΣΤΟ ΨΥΓΕΙΟ ΑΦΟΥ ΚΛΕΙΣΑΜΕ ΤΟ ΡΕΥΜΑ, ΟΥΦΦΦΦΦ ΕΥΤΥΧΩΣ, ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΕΚΡΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΠΡΙΖΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΨΥΞΗ, ΑΧΧΧΧΧΧ ΗΡΕΜΗΣΑΜΕ ΤΩΡΑ!!”
Δεν ήταν πεθαμένος κλέφτης στο σπίτι.
Δεν συνεχίζω την περιγραφή, δεν χρειάζεται, τρώτε κιόλας μη σας γ@μήσω την όρεξη, σας λυπάμαι.
Το ψυγείο εννοείται πετάχτηκε. Δεν καθάριζε με τίποτα, η μυρωδιά δεν έφευγε με τίποτα, δοκιμάσαμε με χλωρίνες, χημικά, βιολογικό καθαρισμό, κλίβανο, φλογοβόλο, ουράνιο – τίποτα, μύριζε ακόμα. Τα χαλιά, οι τοίχοι, τα κάδρα, τα σκεπάσματα στα κρεβάτια, τα πιάτα στο ντουλάπι και όλη η Μαγνησία, μύριζαν ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΥΡΙΖΑΝ ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ, ΜΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΥΜΕ ΛΕΜΕ…
Περάσαμε Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά με ανοιχτά παράθυρα και πόρτες, -4 βαθμούς στο Βόλο, εμείς ντυμένοι Εσκιμώοι, να καθαρίζουμε και να απολυμαίνουμε. Εγώ ευτυχώς ψιλογλύτωσα την ταλαιπωρία γιατί την επόμενη μέρα έπαθα Η1Ν1, και έχασα τον κόσμο για καμιά βδομάδα, δεν ξέρω πως την πάλεψαν, τι έκαναν, εγώ τουρίστρια εκείνα τα Χριστούγεννα, φόρεσα 2 παλτά κ λιποθύμησα, ποιος είχε το μωρό εκείνες τις μέρες, τι έκαναν με το σπίτι, πως επέζησαν μέσα στο Νταχάου, δεν έχω ιδέα.
Το συζητούσαμε το περιστατικό σήμερα, μου λέει ο άντρας μου, “επίτηδες έπεσες να πεθάνεις από γρίπη, για να μην καθαρίζεις ΣΑΠΙΛΕΣ” και κάπου εκεί θυμήθηκα, πως είχαν πει σε εμένα να τσεκάρω στο ψυγείο το καλοκαίρι πριν φύγουμε από Βόλο, αν έχουμε κρέατα στην καταψύξη. Ε, είχαμε, τελικά. Όπως αποδείχθηκε 😬
ΟΥΠΣ