Έχουν οι νεράιδες μαμάδες;
Μα και βέβαια έχουν! Νεραϊδομαμάδες! Και τις αγαπούν πολύ! Σήμερα λοιπόν, η Καλή Νεράιδα ετοιμάζει ένα δώρο για τη μαμά της! Της φτιάχνει μια μαγική νεραϊδοκαρτούλα με ευχές και όμορφες ζωγραφιές, που όταν την ανοίγεις ακούγονται νεραϊδομουσικές! Φτιάχνει και λουλουδάκια από πηλό, να τα δώσει στη μαμά της, να τα στολίσει και να λέει «αυτά τα έφτιαξε για μένα η νεραϊδούλα μου, η κορούλα μου!»
Ω, είναι πολύ σπουδαία μέρα η γιορτή της μητέρας, όλοι εύχονται στη μαμά τους χρόνια πολλά και φτιάχνουν δωράκια για να της δώσουν!
– Τι κάνειφ εκεί, Καλή Νεράιβα; ρωτάει ο περίεργος Προυπρής, το άτακτο ξωτικάκι, την νεράιδα.
– Ετοιμάζω το δώρο της μαμάς μου, μικρούλι μου – απαντάει εκείνη.
– Τι είναι “μαμά”;
– Προυπρή μου, μαμά είναι ο άνθρωπος που γεννάει ένα παιδάκι, το φροντίζει, το προστατεύει και το αγαπάει πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο! Μαμά είναι η πιο μαγική νεράιδα που υπάρχει και είναι μοναδική για κάθε παιδάκι.
Ο Προυπρής κατέβασε το κεφαλάκι του και απομακρύνθηκε λυπημένος. Τα αυτάκια του χαμήλωσαν και τα ματάκια του βούρκωσαν. Αναρωτήθηκε από μέσα του «εγώ, γιατί βεν έχω μαμά;»
Βγήκε έξω στην αυλή και είδε μια γατούλα να γλείφει και να καθαρίζει 3 μικρά γατάκια. Τα γατάκια της! Μιάου Μίάάάάόυ φώναζαν εκείνα, όταν απομακρυνόταν λίγο η μαμά γάτα, σαν να της έλεγαν «που πας μαμά; φοβόμαστε μη φεύγεις μακριά!» και εκείνη πάντα απαντούσε μιάου μιάου μιάου καθησυχαστικά, σαν να τους έλεγε «μην ανησυχείτε, δεν θα σας εγκαταλείψω ποτέ όσο με χρειάζεστε, θα είμαι δίπλα σας ότι κι αν γίνει».
Πιο πέρα, ο Προυπρής είδε ένα παρτέρι με γαριφαλάκια, όμορφα ροζ και άσπρα μυρωδάτα λουλουδάκια. Η μαμά γαριφαλιά, στεκόταν περήφανη στον ήλιο και έδειχνε σε όλους μέσα στον κήπο, τα μικρούλια μπουμπουκάκια της, τα νεογέννητα γαριφαλάκια της, αν μιλούσες τη γλώσσα των λουλουδιών θα καταλάβαινες πως έλεγε «Τα μωρά μου είναι αυτά, δείτε τα τι όμορφα που είναι!».
Σήκωσε το κεφαλάκι του στον ουρανό και του φάνηκε πως είδε ένα μεγάλο σύννεφο που το ακολουθούσε ένα μικρότερο, μάλλον μαμά και παιδάκι θα ήταν. Ωωωωω αλήθεια τώρα;
Ο Προυπρής κατσούφιασε ακόμα περισσότερο. Όλος ο κόσμος ήταν γεμάτος μαμάδες. Σκεφτόταν τα λόγια της Καλής Νεράιδας, που ετοίμαζε την καρτούλα με ευχές για τη δική της μαμά. «Μαμά είναι ο άνθρωπος που γεννάει ένα παιδάκι, το φροντίζει, το προστατεύει και το αγαπάει πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο».
Έκατσε σ’ ένα σκαλοπατάκι κι άρχισε να κλαίει γοερά. «Φέλω κι εγώ μανούλαααααα, μπου χου χου χουχου! Εγώ γιατί βεν έχω μαμά; Ω πόσο φα ήφελα να έχω και γω μια μαμά να με αγαπάει και να με προστατεύει και να μ’ αγκαλιάζει και να με φιλάει!» έλεγε και έτρεχαν δάκρυα από τα ξωτικένια του ματάκια, πλουφ πλουφ πάνω στα ροζ του πατουσάκια.
– Μωρό μου, Προυπράκο μου, τι έχεις; ρώτησε με αγωνία η Καλή Νεράιδα που τον έψαχνε από ώρα και είχε ανησυχήσει.
– Βεν έχω μανούλα εγώ, όλοι έχουν και εγώ είμαι μοναχούληφ μου! Βεν έχω μανούλα που να με γέννησε! Φα κλαίω για πάντα, είμαι τόσο στεναχωρημένοφ!
– Προυπρή μου, κάνεις λάθος! Μα, αλήθεια, κάνεις λάθος! Ασφαλώς και έχεις μαμά! Δεν είναι μανούλα μόνο εκείνη που γεννάει μωρό που ήταν στην κοιλίτσα της! Υπάρχουν και άλλες μανούλες, εξίσου νεραϊδένιες!
– Βηλαβή; ρώτησε ο Προυπρής, ρουφώντας τις μύξες του.
– Υπάρχουν και μαμάδες που γεννάνε από την καρδιά τους! Μανούλες που πονάει η καρδούλα τους πολύ καιρό για να αποκτήσουν ένα παιδάκι. Πονάει, πονάει, τόσο πολύ! Και όταν τελικά έρχεται, δεν έρχεται από την κοιλίτσα τους, μα μέσα από το στήθος τους, εκεί που χτυπάει η καρδιά! Πολλά παιδιά γεννιούνται από εκεί! Είναι τα καρδουλόπαιδα και οι καρδουλομανούλες! Τα παιδάκια της καρδιάς τους, αυτές οι μαμάδες, τα λατρεύουν, τα προστατεύουν, είναι πάντα δίπλα τους και γιορτάζουν και αυτές οι μανούλες σήμερα! Τα μαλώνουν κιόλας καμιά φορά άμα κάνουν αταξίες!
– Α! Εσύ με προστατεύειφ πάντα, με αγαπάς και όλο με φιλάς και με φκεπάβειφ το βράδυ όταν κοιμάμαι – είπε έκπληκτος ο Προύπρης! Και μου βίνειφ φαρμακάκι όταν έχω πυρετούλι και μου καφαρίζειφ τα αυτάκια και μου αλλάβειφ μπλουζάκι όταν ιβρώνω και μου αγοράζειφ παγωτάκι φοκολάτα και με κφυπνάς με φιλάκια το πρωί για να πάω στο φκολείο μου! Και άμα φκαρφαλώνω φτιφ κουρτίνεφ, με μαλώνειφ! Άρα είσαι μαμά μου, νεράιβα; Γεννήφηκα από την καρβιά σου;
– Ναι Προυπρή μου, είμαι! Επειδή είσαι το ξωτικάκι της καρδιάς μου, πονούσε πολύ η καρδούλα μου για να σε αποκτήσω και δεν θα σε εγκαταλείψω ποτέ! είπε η νεραϊδομανούλα και του φίλησε το ξωτικομαγουλάκι και τα ξωτικοχεράκια!
Ο Προυπρής χώθηκε στην αγκαλιά της και έβαλε το αυτάκι του κοντά στο στήθος της, έκανε ντουπ ντουπ η καρδιά της. Και αν μιλούσες τη γλώσσα της καρδιάς, θα καταλάβαινες πως έλεγε «παιδάκι μου! Αγαπημένο μου παιδάκι! Ψυχή μου! Πόσο σε αγαπάω, καρδουλοπαιδάκι μου! Και τη ζωή μου δίνω για σένα!»
Το ξωτικάκι έτρεξε χαρούμενο μέσα στο σπίτι, «πάω να φτιάκφω βώρο, θα πάρω ένα πφαλίδι και θα κόπφω τις κουρτίνεφ να τις κάνω κορβέλεφ για να μαλλιά της νεραϊδομαμάφ μου!»
«ΜΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗΗ!» φώναξε η νεράιδα και άρχισε να τον κυνηγάει για να μην κάνει ζημιές, όπως δηλαδή γίνεται σε όλα τα σπίτια που ζουν μαμάδες και παιδιά, νεράιδες και ξωτικά. Από κοιλίτσα και από καρδούλα, το ίδιο!
*Απόσπασμα από το βιβλίο ΦΥΣΤΙΚΟπαραμύθια – Εκδόσεις Memento
Σκίτσο από την Αντωνία Κατσαρού.